Social Icons

...Έτσι λοιπόν, σε έναν κόσμο γεμάτο από χέρια που σκάβουν, άλλοτε χώματα κι άλλοτε ψυχές κι ανήμπορα σώματα, εγώ σήκωσα το δικό μου ψηλά κι έγραψα στον αέρα τον πρώτο μου στίχο. Έκτοτε, γράφω με το αίμα μου…
Άδεια Creative Commons
Τα περιεχόμενα του παρόντος ιστοχώρου υπάγονται σε Άδεια Χρήσης
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού-Μη Εμπορική Χρήση-Όχι Παράγωγα Έργα 3.0 Ελλάδα

Παρασκευή 10 Φεβρουαρίου 2012

✬ Συμμετοχή στη συλλογή «Προσωπογραφίες– τετράδιο φιλοξενίας ελεύθερης έκφρασης», Εκδόσεις Black Duck



«Προσωπογραφίες– τετράδιο φιλοξενίας ελεύθερης έκφρασης»


Εκδόσεις Black Duck




(Το κείμενο που συμπεριλαμβάνεται στο βιβλίο...)


"Για την κόρη μου(;)"


      Θα μου φαίνεσαι πάντα τόσο μικρή κι εγώ θα σου μαζεύω στιγμές για να σου τις χαρίσω πιο μετά και πιο μετά, όταν μεγαλώσεις. Και δεν θα καταλαβαίνω ποτέ πόσο γρήγορα θα φτάνει εκείνο το μετά.
      Και θα σου φοράω όμορφα ρούχα, που κάποια δεν θα σού αρέσουν, αλλά δεν θα μου το λες. Και θα μου γκρινιάζεις αργότερα, όταν θα κοιτάς τις παιδικές φωτογραφίες σου, και δεν θα καταλαβαίνω πώς γίνεται να έχουμε τόσο διαφορετικό γούστο.
      Και θα σου βάζω κοκαλάκια στα μαλλιά και θα σε κουρεύω εγώ και κάποιες φορές θα σου κόβω τις αφέλειες πιο κοντές και θα νευριάζεις και πάλι θα κρύβεις αργότερα τις παιδικές φωτογραφίες σου.
      Και όταν θα σε ετοιμάζω για το σχολείο, θα ξαπλώνεις και θα ακουμπάς τα πόδια σου στην κοιλιά μου για να σου φορέσω τις κάλτσες σου και θα έχουν περάσει χρόνια όταν θα μου πεις πως αυτή θα έχει υπάρξει μία από τις πιο αγαπημένες σου στιγμές της μέρας σε εκείνα τα χρόνια.
      Και θα είσαι παιδάκι, όταν θα δέχομαι να με κερνάς παγωτό ξυλάκι στην προβλήτα με τα πρώτα σου λεφτά, κάθε δεύτερη Κυριακή κάποιου καλοκαιριού και τις ενδιάμεσες θα σε κερνάω εγώ. Κι εσύ θα το βλέπεις σαν ακόμα μία μυστική μας συμφωνία κι αργότερα θα καταλάβεις το ρόλο της στο ότι θα έχεις μάθει να μοιράζεσαι.
      Και κάποια Χριστούγεννα θα περιμένουμε να μας αφήνουν μόνες στο σπίτι και θα βγάζουμε το κινέζικο σερβίτσιο της γιαγιάς από το σκρίνιο και θα στολίζουμε το δέντρο πίνοντας τσάι καραμέλα με μπισκότα βουτύρου.
      Και κάποιο καλοκαίρι, θα πηγαίνουμε ατέλειωτο περίπατο στο εξοχικό της γιαγιάς κι όταν θα αρχίσω να κουράζομαι, θα σου λέω "μωρό μου, φτάνουμε;" κι εσύ θα μου δείχνεις την άκρη του λιμανιού και θα μου απαντάς "λίγο ακόμα... να... στη μύτη".
      Και θα αλλάζουμε όλες τις λέξεις και θα βγάζουμε κι άλλες, δικές μας, με αστείους φθόγγους και θα μιλάμε μεταξύ μας με συνθηματικά και παράξενες φωνούλες και δεν θα καταλαβαίνει κανείς τι λέμε. Και θα νευριάζει ο πατέρας σου κι εμείς θα τον αγνοούμε και θα γελάμε. Κι ύστερα θα γελάει κι αυτός και θα κοροϊδεύει αυτό που δεν θα μπορεί να καταλάβει.
      Και θα μου φτιάξεις ένα μαξιλαράκι που θα χωρά στη χούφτα μου, για τη γιορτή της μητέρας, κι από την αφηρημάδα σου θα ξεχάσεις το h και θα γράφει moter's day. Και θα το καταλάβεις αφού μου το δώσεις και θα εκνευριστείς τόσο, που θα θες να φτιάξεις άλλο. Κι εγώ θα σού πω "εγώ αυτό θέλω" και θα νομίζεις πως σου λέω ψέματα, αλλά μεγαλώνοντας θα καταλάβεις πως κι εσύ στη θέση μου αυτό θα ήθελες.
      Και θα είσαι είκοσι δύο χρονών όταν θα βρω τα τσιγάρα σου στην τσάντα σου κι όταν θα καταλάβω πως δεν είναι κουτάκι με τσίχλες και θα σε ρωτήσω ποιανού είναι, θα περάσουν από το μυαλό σου τα ονόματα όλων σου των φίλων κι ένα σωρό δικαιολογίες, ώσπου να μου πεις τελικά "δικά μου...". Κι εγώ θα θυμηθώ τα λόγια του καθηγητή σου στο φροντιστήριο, στην πρώτη γυμνασίου, που θα μου έχει πει πως το παιδί μου είναι αγιασμός και θα σου πω με αστείο παράπονο "πώς γίνεται ένα παιδί - αγιασμός να καπνίζει;". Και θα γελάσεις με το ύφος μου και την αντίδρασή μου και θα αισθανθείς ευχαριστημένη που δεν θα μου έχεις πει ψέματα.
      Και θα μιλάμε για τον θάνατό μας δίχως να αγριευόμαστε και θα σου ζητήσω να μη με αφήσεις εντελώς άβαφη στην κηδεία μου και θα κουβεντιάζουμε γελώντας για το ποιο θα ήταν το πιο διακριτικό μακιγιάζ για μια κηδεία. Και κάποτε θα σου ζητήσω να μη με αφήσεις να ζήσω, εάν ποτέ φτάσω στο σημείο να μην μπορώ να αυτοεξυπηρετούμαι και αυτό δεν θα μου το υποσχεθείς ποτέ κι ας θα ξέρεις πως είναι ο μεγάλος μου φόβος.
      Κι όταν θα πονάω κάπου, θα σου λέω με ύφος απλό, καθημερινό "πονάω εδώ... ε, πεθαίνω μάλλον..." κι εσύ θα κάνεις πως το σκέφτεσαι για λίγο κι έπειτα θα μου λες "μωρέ... λίγο μπανάλ αιτία θανάτου δεν είναι αυτή; Άπαπα... Δε μ' αρέσει... Να βρούμε κάτι άλλο!"
      Και θα μου γράψεις ποιήματα, που θα περάσουν χρόνια για να μου τα δείξεις κι εγώ θα κλάψω όταν θα τα διαβάσω και θα σε τρομάξω, γιατί θα είναι ελάχιστες οι φορές που θα με έχεις δει να κλαίω.
      Και θα θες από πάντα να φύγεις κι όταν πια θα περάσεις τα είκοσι τρία, θα προσπαθείς συνεχώς να τα καταφέρεις. Κι όταν θα μου πεις πως ψάχνεις για σπίτι, θα μου κοπούν τα πόδια, αλλά στο βάθος θα αναγνωρίζω πως πάντα το ένιωθα πως θα έφευγες. Κι από τη μια, κάθε μέρα θα σου αγοράζω πράγματα για το δικό σου σπίτι, κι από την άλλη θα σου δείχνω πόσο πολύ θα με ενοχλεί και πόσο ακατανόητο θα μου είναι το ότι θα θες να φύγεις. Κι εσύ θα πληγώνεσαι, γιατί θα νομίζεις πως από μένα θα χρειάζεσαι κατανόηση κι όχι βοήθεια, ενώ με την αντίδρασή μου θα πιστεύεις πως εγώ θα μπορώ να σου προσφέρω βοήθεια κι όχι κατανόηση. Κι όταν εν τέλει θα καταφέρεις να φύγεις, θα καταλάβεις τελικά πως θα έχεις ανάγκη και τα δυο. Και θα αναρωτιέσαι πώς θα έχω καταφέρει να σου προσφέρω και τα δυο. Κι εγώ θα αναρωτιέμαι πώς θα ήταν ποτέ δυνατόν να μην μπορώ να σου προσφέρω και τα δυο.
      Και θα περιμένω πώς και πώς τα ρεπό σου για να έρθεις να σε δω και θα σου μουτρώνω όταν δεν θα έρχεσαι. Και θα σε πληγώνω όταν θα μουτρώνω, γιατί ποτέ δεν θα πάψει να σε ενοχλεί το να μουτρώνει κάποιος και γιατί ποτέ δεν θα πάψει να σε ενοχλεί το να γίνεσαι εσύ η αιτία για να μουτρώσω εγώ.
      Και θα σε νευριάζω όταν θα οδηγώ, επειδή θα εκνευρίζομαι και θα βρίζω. Και θα με εκνευρίζεις κι εσύ περισσότερο όταν θα μου λες "ο αναμάρτητος πρώτος τον λίθον βαλέτω...".
      Και θα τρώμε μαζί πενταώροφες σοκολάτες και ύστερα θα νιώθουμε χάλια. Και θα με κατηγορείς ότι σε παχαίνω όποτε έρχεσαι.
      Και θα φοβάσαι μη μου λείψεις πολύ και στενοχωρηθώ και θα φοβάμαι μη σου λείψει τίποτα και στενοχωρηθείς. Και θα μας λείπουν πολλά και στις δυο και θα λείπουμε η μια στην άλλη. Και δεν θα μας λείπει τίποτα αφού θα έχουμε η μια την άλλη, όπως, όπου, όποτε.
      Και θα νιώθω πως έχω ξαναζήσει μαζί σου και σε προηγούμενες ζωές και όταν θα στο πω θα μου απαντήσεις με την ίδια σιγουριά, γιατί το ίδιο θα αισθάνεσαι κι εσύ και θα κουβεντιάζουμε τους πιθανούς αλλοτινούς μας ρόλους.
      Και θα κάνουμε ατέλειωτες συζητήσεις για τους ανθρώπους, τις σχέσεις, τη ζωή, τον θάνατο, την ψυχή και θα ψάχνουμε μαζί και χώρια τα νοήματα, τα σημάδια και τις ερμηνείες. Και κάπου κάπου θα σε ρωτάω "μωρό μου, φτάνουμε;" κι εσύ θα μου απαντάς "λίγο ακόμα... να... στη μύτη...".

      Και στα λέω όλα αυτά, μα στ' αλήθεια δεν ξέρω καν αν θα έρθεις ποτέ στη ζωή μου, αν θα γεννηθείς ποτέ από μένα. Κι αν έρθεις, δεν ξέρω αν τελικά θα είμαι η μητέρα που θα ήθελα να είμαι για σένα κι αν θα τα ζήσουμε όλα ετούτα, γιατί...

...γιατί η γιαγιά σου είναι και θα είναι πάντα Μία και Μοναδική...

Α-ν-α-ν-τ-ι-κ-α-τ-ά-σ-τ-α-τ-η

και δεν αντιγράφεται...



***************************




Η εκδοτική δραστηριότητα δεν θα άφηνε το Black Duck ασυγκίνητο! Έτσι, μέχρι σήμερα έχει πραγματοποιήσει τρεις εκδόσεις:
· τις «Καραμέλες Βουτύρου» με προσωπικές ιστορίες,
· το «Ένα Προσωπικό Θέατρο Σκιών» με αφορμή τον λαϊκό του ήρωα
και η τρίτη με τίτλο «Προσωπογραφίες».
Πρόκειται για βιβλία που, όσοι γνωστοί συγγραφείς, καλλιτέχνες και φίλοι απλώς ήθελαν, «εμπιστεύτηκαν» στη Μαύρη Πάπια ένα κατάδικό τους συναίσθημα.

Το Black Duck έκλεισε τα τρία χρόνια του και το γιόρτασε με μια σημαντική έκθεση και το τρίτο του βιβλίο, «Προσωπογραφίες – τετράδιο φιλοξενίας ελεύθερης έκφρασης», που ήδη βρίσκεται στις βιβλιοθήκες του.

Οι «Προσωπογραφίες – τετράδιο φιλοξενίας ελεύθερης έκφρασης» είναι αποτέλεσμα της πρόσκλησης στους φίλους και τους αναγνώστες του blog της Μαύρης Πάπιας, με αφορμή την έκθεση που φιλοξένησε, με τα σκηνικά και τα κοστούμια του Γιάννη Μόραλη για το μπαλέτο «Έξι Λαϊκές Ζωγραφιές» το οποίο είχε παρουσιάσει το Χορόδραμα της Ραλλούς Μάνου, σε μουσική Μάνου Χατζιδάκι. Γι’ αυτό και το αρχικό κάλεσμα είχε τον τίτλο «Έξι Λαϊκές Ζωγραφιές + (τόσα) Πορτρέτα» και αφορούσε σε ένα «πρόσωπο που σας εντυπωσίασε, σας καθόρισε, σας γοήτευσε, ανεξάρτητα από ηλικία, εργασία, μόρφωση. Ποιητή ή μανάβη, ζωγράφο ή γιατρό, οδοκαθαριστή ή άστεγο, πραγματικό ή φανταστικό…».

Το αποτέλεσμα ήταν να διαμορφωθεί μια συλλογή από πολύ προσωπικά γραψίματα, είτε ως προς το θέμα είτε ως προς τη γραφή, αφού όσοι έγραψαν προτίμησαν να εντρυφήσουν σε θέματα πιο οικεία ή πιο εσωστρεφή, αφήνοντας στην άκρη την ιστορικότητα του κεντρικού θέματος. Έτσι, οι «Έξι Λαϊκές Ζωγραφιές» έμειναν στην προθήκη της έκθεσης –αλλά και σε ένα κείμενο του Κώστα Καλημέρη, ως Intermezzo – ενώ η έκδοση αυτή έγινε αφιέρωμα σε όλους όσοι συμμετείχαν, όπως σημειώνει η Ντόρα Ρίζου «ψυχή» του Black Duck. Είναι ένα βιβλίο δημιούργημα των ίδιων των συγγραφέων: απρόβλεπτο, ασχεδίαστο.

Στις «Προσωπογραφίες» συμμετέχουν οι: Θέμελης Ρίζος - Keep Your Antennas Open , Σοφία Γιαννάτου - Το Γάλα, Διονύσης Γιατράς - Παζλ, Μαρία Στασινοπούλου - Δύο αφηγήματα, Ντόρα Ρίζου -Η Θεία Μαρία «Ποντικάκι», Δέσποινα Μουζουράκη - Η Ρίζα Μου, Ρούλα Βαλακίδου - Ο Παππούς μου, Ζαχαρούλα Λαδά - Η Θεία από την Ύδρα, Λυγερή Αγγελάκη – Γκαζάκια, Τάσος Ποταμιάνος - Αννούλα των νεραντζιών, Γιώργος Τζιτζικάκης - Το Xοχλιδάκι της Φωτιάς, Ρούλα Γεραζούνη - «Que sera, sera», Στέλλα Καραμπακάκη – Η Mελωδία της Zωής μου, Γεωργία Καραγιάννη – Κουράστηκα, Μαρία Τσιράκου - Ουραγός και Εκπρόσωπος ή Επαίτης του Δικαιώματος, Αναστασία Γκίτση - Ο Επαίτης της Ναυαρίνου ή Αλλιώς le Poete Maudit , Ευτυχία Κανάρη - Για την Κόρη μου (;), Καραμελένη - Η Καθημερινότητα μιας Εικοσιεξάχρονης…, Αραξιάνα Αβακιάν – Έφυγες, Χαριτίνη Ξύδη – Φώσφορος, Στέλλα Ζαφειροπούλου - Ο Μικρός Πρίγκιπας, Κωστής Γκιμοσούλης – Σωσίας, Νίκος Τζανετόπουλος - Χωρίς Μανταλάκι στο Σχοινί, Κώστας Καλημέρης - Το Ψέμα του Ολοφάνερου Ισχυρισμού, Γιώργος Μπασδέκης - Ο Δημήτρης, Λουδοβίκος των Ανωγείων - Το Ξύλινο Κομπολόγι, Γιώργος Σπέης - Grecu Meu , Γιώργος Κορδέλλας - Πάνω-κάτω η Πατησίων. Απόσπασμα από το αυτοβιογραφικό του αφήγημα, Λίνα Παπαδάκη - Χρήστος Καραπαναγιώτης: ο Σταυρός του, Χριστίνα Γαλανοπούλου – Μαριλένα. Η Καρδιά της Μαριονέτας Είναι στο Κεφάλι της, Γιάννης Φιλιππίδης - Η Βασιλική, Βαγγέλης Γαροφάλλου - Ο Άγνωστος Στρατιώτης, Μικέλα Φερούση - Ένας Μικρός, Μεγάλος Ανθρωπάκος, Κώστας Γιαβής - Για τον Μαέστρο…, Νίκος Οικονόμου - Ο Κύκλος, Φιλουμένα Ζλατάνου – Μαρία, Μιχάλης Ρίζος - Ο Καπετάνιος, Ρωμανός Σκλαβενίτης - Μπέκυ Κόττον, Χρήστος Ελευθεράκος - Η Στοά και η Ιστορία του John Barleycorn, Νικόλας Μακροδημήτρης - Ο Τζάνις και ο Μπόμπι, Θοδωρής Κανάκης - Το Άρωμα της Άνοιξης, Catulus Tigis - Οι Φετινές μου Διακοπές.

Αξίζει να σημειωθεί ότι τα βιβλία του χαρίζονται σε θαμώνες και επισκέπτες του χώρου.






Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου